Τετάρτη 21 Μαρτίου 2018

H δραχμή και οι μύθοι της


Θα βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα των ελληνικών προϊόντων με την επιστροφή στη δραχμή. Αυτό τουλάχιστον υποστηρίζουν οι ένθερμοι οπαδοί μιας τέτοιας επιλογής...

Μύθος 1ος: Θα βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα των ελληνικών προϊόντων με την επιστροφή στη δραχμή. Αυτό τουλάχιστον υποστηρίζουν οι ένθερμοι οπαδοί μιας τέτοιας επιλογής. Θα τρέξουμε τριάντα χρόνια πίσω σκιαγραφώντας τη σχέση εξαγωγών και απαξίωσης (υποτιμήσεις – διολισθήσεις) της δραχμής για να αποδείξουμε το μυθικό χαρακτήρα αυτής της θέσης.

Η ισοτιμία δραχμής δολαρίου το 1980 ήταν 1$ προς 42,64 δραχμές, το 1987, 1$ προς 135,18 δραχμές και το 2000 ανερχόταν σε 1$ προς 308,93 δραχμές. Η δραχμή λοιπόν κατά τη δεκαετία 1980-2000 απαξιώθηκε θεαματικά έναντι του δολαρίου ενώ οι εξαγωγές μας με τα βίας διπλασιάσθηκαν από 5,1 δις $ σε 10,8 δις $. Από την άλλη το εμπορικό μας έλλειμμα άγγιξε τα 18,6 δις το 2000 από τα 5,4 δις & το 1980.
Η κατακόρυφη απαξίωση του ελληνικού νομίσματος δεν κατόρθωσε να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας, κάτι που διαφαίνεται και από τα ανωτέρω στοιχεία. Αξίζει να σημειωθεί ότι κατά την περίοδο του 1980-1990, οι δύο υποτιμήσεις της δραχμής και οι διαρκείς διολισθήσεις συνοδεύονταν και από μέτρα προστασίας της ελληνικής οικονομίας, κάτι που εξέλειπαν πλήρως από τον Ιανουάριο του 1993.
Πρώτο συμπέρασμα: Ο ταχύς ρυθμός απαξίωσης της δραχμής έως το 2000, σε συνδυασμό με τα μέτρα προστασίας υπέρ της εγχώριας παραγωγής (έως το 1993) δεν ανέκαμψαν τις ελληνικές εξαγωγές με ρυθμούς ταχύτερους σε σχέση με τους αντίστοιχους  των εισαγωγών.
Οπότε, σύμφωνα με το πρόσφατο παρελθόν της χώρας μας, από πού πηγάζει η θέση ότι η επιστροφή στη δραχμή θα βελτιώσει την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας; Αξίζει να σημειωθεί ότι οι εξαγωγές μας από το 2001 έως το 2008, υπό καθεστώς ‘σκληρού’ ευρώ υπερδιπλασιάστηκαν (από 10,4 δις $ το 2001 σε 25,5 δις $ το 2008).
Βέβαια μετά το 2002 παρατηρείται μια ραγδαία επιδείνωση του εμπορικού ελλείμματος της Ελλάδας, όχι όμως λόγω μείωσης των εξαγωγών (που εξακολούθησαν να αυξάνονται με πολύ ταχύτερους ρυθμούς σε σχέση με το παρελθόν) αλλά λόγω έξαρσης των εισαγωγών. Η αιτία όμως αυτής της εξέλιξης δεν εντοπίζεται μόνο στο ευρώ. Άλλοι παράγοντες (όπως οι Ολυμπιακοί αγώνες, τιμές πετρελαίου, εισροές κεφαλαίων, έξαρση των δημοσίων δαπανών, αλλαγή του καταναλωτικού προτύπου κ.λπ) φέρουν το μεγαλύτερο ίσως μέρος ευθύνης της συγκεκριμένης εξέλιξης.
Μύθος 2ος: Δεν πληρώνουμε το χρέος μας ή θα το πληρώσουμε μόνο σε δραχμές.
Το Άρθρο 27 της Σύμβασης της Βιέννης (που την επικυρώσαμε) αναφορικά με το «Δίκαιο των Συνθηκών», τονίζει ότι τα συμφωνηθέντα πρέπει να τηρούνται. Αυτό σημαίνει ότι η χώρας μας δε μπορεί να κάνει χρήση του εσωτερικού της δικαίου για να αρνηθεί να ξεπληρώσει κράτη στο νόμισμα που συμφωνήθηκε. Συμπέρασμα: Ό,τι οφείλουμε στις κυβερνήσεις που μας δάνεισαν κράτη σε ευρώ θα το επιστρέψουμε σε ευρώ. Ως προς τους υπόλοιπους ιδιώτες πιστωτές μας, το Σύνταγμα μας όπως και κάθε Σύνταγμα πολιτισμένου κράτους, προστατεύει εύλογα τους πιστωτές του. Αυτό φαίνεται κατακάθαρα στο Άρθρο 94. Άρνηση ή αδυναμία πληρωμών οδηγεί, κατά το Σύνταγμα μας, στην εκποίηση της εμπορεύσιμης περιουσίας του Δημοσίου (Αεροδρόμια, λιμάνια κ.λπ), ό,τι δηλαδή προβλέπει το Μνημόνιο!.
Βέβαια, κατά το Σύνταγμα μας πάλι, τους ιδιώτες μπορούμε να τους πληρώσουμε σε εθνικό νόμισμα, οπότε σε δραχμές. Αν ακολουθήσουμε αυτήν την πεπατημένη, τότε όλοι οι ξένοι εισαγωγείς ελληνικών προϊόντων θα ξεπληρώσουν τους δικούς μας εξαγωγείς σε δραχμές. Δεν είμαστε οι μόνοι ξύπνιοι στον πλανήτη! Να υπενθυμίσουμε ότι εξαγωγές μας είναι πολύ λιγότερες απ’ ότι οι εισαγωγές. Όποτε ας αναλογιστούν οι ένθερμοι οπαδοί τέτοιων εύκολων λύσεων τι θα σημαίνουν όλα τα ανωτέρω για τη χώρα!

Η δραχμή και οι μύθοι της 2.0
Εύκολες και βολικές λύσεις, δεν πρόκειται να μας βγάλουν από το αδιέξοδο που είμαστε. Η αναπαραγωγή της κουλτούρας της δεκαετίας του 1980-2000, δε θα μας κάνει Αργεντινή ή Ισλανδία ή Ουγγαρία.
Σε προηγούμενο άρθρο μας, υποστηρίξαμε ότι στην περίπτωση επιστροφής στη δραχμή, οι υποτιμήσεις – διολισθήσεις του εθνικού νομίσματος δε θα βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών εξαγωγών. Αυτό το σενάριο το ζήσαμε για είκοσι χρόνια, από το 1980-2000 όταν ή δραχμή απαξιωνόταν θεαματικά έναντι του δολαρίου και των άλλων νομισμάτων, (1980: 1 $ = 42,6 δρχ., 2000: 1$ = 308,9 δρχ.) ενώ οι εξαγωγές μετά βίας διπλασιάστηκαν από 5 δις δολάρια σε 10 δις δολάρια. Οι ελληνικές εξαγωγές υπερδιπλασιάστηκαν από το 2001-2008. Αυτά είναι δεδομένα που δεν αμφισβητούνται καθώς τα βλέπουμε!
Στο παρόν άρθρο αναφερόμαστε μόνο σε κάποιες από τις απαντήσεις-κριτικές, που αναρτήθηκαν στο διαδίκτυο προτάσσοντας ένα σύνολο σκέψεων και επιχειρημάτων υπέρ της δραχμής. Για τις υπόλοιπες απόψεις-θέσεις αναγνωστών απλά σημειώνουμε το εξής: Με άναρθρες κραυγές και συνθηματολογία, δεν κτίζεται οποιαδήποτε μορφή διαλόγου.
Ορισμένοι παρομοιάζουν την Ελλάδα με την Αργεντινή ή την Ισλανδία ή την Ουγγαρία υιοθετώντας ένα υπεραπλουστευμένο σκεπτικό. Ως προς την Αργεντινή ειδικότερα, υποστηρίζεται ότι εφόσον η αποσύνδεση της εθνικού της νομίσματος από το δολάριο και η απαξίωσή του εκτίναξε τις εξαγωγές της χώρας εκείνης, το ίδιο θα συμβεί και στην Ελλάδα!
Πρώτο μεθοδολογικό λάθος: Συγκρίνονται δύο ανόμοιες οικονομίες. Ενδεικτικά σημειώνεται ότι η Αργεντινή, στη χειρότερη περίοδο της δεκαετίας του 2000 είχε εμπορικό πλεόνασμα, ενώ η Ελλάδα έχει ένα υπερμέγεθες εμπορικό έλλειμμα. Δεύτερο λάθος: Η δομή και η σύνθεση των ελληνικών εξαγωγών δεν έχει το παραμικρό κοινό με την αντίστοιχη της Αργεντινής. Μεγάλο μέρος των ελληνικών εξαγωγών δεν αντιδρά θετικά στις διολισθήσεις-υποτιμήσεις της δραχμής γιατί απλούστατα η ζήτησή τους δεν επηρεάζεται από τις τιμές. Αυτά τα ζήσαμε, οπότε μη ψάχνουμε αντιγραφές παραδειγμάτων που, δεν έχουν την παραμικρή σχέση με τη δική μας οικονομία.
Επίσης, πώς είναι δυνατόν να συγκρίνεται η Ισλανδία με την Ελλάδα, όταν πηγή της κρίσης της Ισλανδίας ήταν το τραπεζικό σύστημα; Ως προς την Ουγγαρία, αν μελετηθεί ακόμη πιο προσεκτικά η δομή της οικονομίας της εύκολα θα διαπιστωθούν οι διαφορές της με την Ελλάδα.
Κάποιος ορθά έθιξε την ποιότητα των προϊόντων, που αποτελεί κύριο ανασταλτικό παράγοντα των ελληνικών εξαγωγών. Αυτή άραγε θα αλλάξει με την επιστροφή στη δραχμή ή η εύκολη λύση της δραχμής θα οδηγήσει αποτρεπτικά (όπως έκανε κατά το 1980-2000) στο θέμα της βελτίωσης της ποιότητας; Και ποια ήταν τέλος πάντων αυτή η πετυχημένη συνταγή της παλιάς δραχμής, που σημειώνει ένας άλλος αναγνώστης;
Ας δοθούν κάποια στοιχεία επιτυχίας από τους ένθερμους υποστηρικτές της! 
Στο άρθρο μας θίξαμε κατά κύριο λόγο το θέμα της ανταγωνιστικότητας, αναφερόμενοι ακροθιγώς στη θέση «δεν πληρώνουμε το χρέος». Δεν αγγίξαμε άλλα ζητήματα στα οποία συνοπτικά θα αναφερθούμε ακολούθως, καθώς ‘διαφεύγουν’ των υποστηρικτών της επιστροφής στη δραχμή.
Σύμφωνα με ξένους αναλυτές και μελέτες (όπως της τράπεζας UBS, ακόμη και των υποστηρικτών της επίμαχης επιστροφής) η ελληνική οικονομία θα γνωρίσει ένα μοναδικό σοκ βραχυχρόνια: Θα μειωθεί η παραγωγή κατά 30-40% την πρώτη χρονιά της επιστροφής, θα μειωθούν τα εισοδήματα ετησίως από 3000-9000 ευρώ, θα εκτιναχθεί το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ, θα υπάρχει φυγή κεφαλαίων στο εξωτερικό κ.λπ.
Βέβαια όσοι έχουν χρήματα στο εξωτερικό θα αγοράσουν ‘κοψοχρονιάς’ τα πάντα στην Ελλάδα. Δεν είναι ίσως τυχαίο το γεγονός, ότι μεγάλο μέρος των ένθερμων υποστηρικτών της επιστροφής στη δραχμή διαμένουν στο εξωτερικό, έχοντας αμοιβές, περιουσία και καταθέσεις σε δολάρια ή αγγλικές λίρες.
Εύκολες και βολικές λύσεις, δεν πρόκειται να μας βγάλουν από το αδιέξοδο που είμαστε. Η αναπαραγωγή της κουλτούρας της δεκαετίας του 1980-2000, δε θα μας κάνει Αργεντινή ή Ισλανδία ή Ουγγαρία. Καλό είναι να ακούμε από ανάμεσα και τους Αργεντινούς! Η ίδια αντίληψη για την οικονομία με τα ίδια άτομα (και αναφερόμαστε σε όλους στη Βουλή) δε θα δώσουν τις καταλληλότερες λύσεις ακόμη και με τη δραχμή.
Χρειαζόμαστε πολιτικούς παντός καιρού και όχι μαθημένους μόνο στην καλοκαιρία χωρίς δεξιότητες, ανεπάγγελτους, ή εγκάθετους των πολιτικών γραφείων της χώρας που αναδείχθηκαν με τις ευλογίες των μεντόρων τους ή παιδιά του κομματικού σωλήνα αλλά καλούς συνδικαλιστές. Χρειαζόμαστε άλλες προτάσεις!
Αρκετά ζήσαμε μια επίπλαστη ευτυχία ακολουθώντας εύκολες λύσεις τόσα χρόνια, που συχνά εκλογικεύονται χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία, αγγίζοντας ενίοτε με την ίδια ευκολία, τα όρια του λαϊκισμού!
*Ο Δημήτρης Μάρδας είναι Αν. καθηγητής του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του ΑΠΘ.
Πηγή: protagon.gr (εδώ και εδώ)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου