Αν στο Μακεδονικό νικήσουν ξανά οι Καμμένοι, οι ακροδεξιοί και οι
εθνικιστές, θα έχουν βάλει το χέρι τους ο Τσίπρας και ο Μητσοτάκης. Και αυτό θα
είναι η μεγαλύτερη ήττα τους...
Στο Μακεδονικό, ο Καμμένος τούς τραβάει
από τη μύτη. Ποιους τραβάει; Φαίνεται και με κλειστά τα μάτια.
Πρώτα-πρώτα τον Αλέξη Τσίπρα και τους
αριστερούς συντρόφους του (και «συντρόφους» του Καμμένου). Τους οποίους
προκαλεί ασύστολα λέγοντας τη μία ότι δεν δέχεται τη λέξη Μακεδονία στην
ονομασία του γειτονικού κράτους (εκείνοι τη δέχονται) και την άλλη ότι θέλει
δημοψήφισμα (εκείνοι το αποκλείουν). Ο Τσίπρας καταπίνει αμάσητη την πρωτοφανή
πρόκληση ένας υπουργός να λέει «όχι» σε μια σημαντική δική του και της
κυβέρνησης επιλογή και να παραμένει στη θέση του. Και μάλιστα χωρίς να έχουμε
πλέον (ανάπηρη) Βασιλική Δημοκρατία. Για όσους δεν θυμούνται, πριν από 52
χρόνια ο τότε Πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου δεν μπόρεσε να αντικαταστήσει
τον υπουργό Αμυνας Πέτρο Γαρουφαλιά, γιατί του το απαγόρευσε ο βασιλιάς Παύλος
(βασιλικό πραξικόπημα). Σήμερα δεν υπάρχει βασιλιάς, απλώς σημερινός
Πρωθυπουργός είναι έρμαιο των διαθέσεων και εκβιασμών του σημερινού υπουργού
Αμυνας. Κλείνει η παρένθεση.
Τηρουμένων των αναλογιών, η κατάσταση
σήμερα είναι χειρότερη. Όχι μόνο διότι ο Τσίπρας ανέχεται την πρόκληση του
Καμμένου. Αλλά και διότι η υπόθεση τείνει να λάβει διαστάσεις ευτελισμού: ο
Καμμένος δηλώνει ότι δεν δέχεται τη σύνθετη ονομασία και, ταυτόχρονα, ότι έχει
εμπιστοσύνη στον υπουργό Εξωτερικών, ο οποίος την έχει αποδεχθεί ήδη και με
βάση αυτή διαπραγματεύεται με την άλλη πλευρά. Κωμωδία και ξεφτίλα μαζί. Μέσα
σ’ αυτό το πλαίσιο οι ελάχιστες φωνές, επικριτικές για τον συγκυβερνήτη, που
ακούγονται στον ΣΥΡΙΖΑ (εδώ)
είναι εντελώς «ψόφιες».
Δεύτερον, ο Καμμένος τραβάει από τη μύτη
και την ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη. Όχι μόνο διότι εξαρτά τη στάση της από τη
στάση του Καμμένου (αυτό είναι εν μέρει θεμιτό, σε ένα σημαντικό θέμα η
κυβέρνηση πρέπει να έχει ενιαία θέση), αλλά και διότι όλες οι ενέργειές της ακολουθούν
εκείνες του Καμμένου. Απλώς ενδεικτική είναι η στάση της στο θέμα του
συλλαλητηρίου της Κυριακής. Στην αρχή η ΝΔ δεν ήξερε τι να κάνει. Όμως, μόλις
οι βουλευτές των ΑΝΕΛ ανακοίνωσαν ότι θα πάνε, βγήκαν βουλευτές της ΝΔ και
είπαν το ίδιο. Και μετά ανακοινώθηκε η απόφαση του αρχηγού τους ότι είναι
ελεύθεροι να πράξουν «κατά συνείδηση». Πόσο διαφορετικά θα ήταν αν ο
(φιλελεύθερος) Μητσοτάκης έλεγε εξαρχής ότι δεν χρειάζονται διχαστικά
συλλαλητήρια; Δηλαδή, αυτό που τόλμησε να πει ο(συντηρητικός) Ιερώνυμος.
Αυτή είναι η, όντως απογοητευτική,
κατάσταση. Ένα πολιτικό πτώμα, όπως οι ΑΝΕΛ του κ. Καμμένου, καθορίζει τη στάση
τόσο της κυβέρνησης όσο και της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Και να ήταν μόνο αυτό. Ακολούθησαν
ορισμένα ακραία(;) αριστεροδεξιά φαινόμενα, για να έλθουμε και στον τίτλο του
σημερινού σημειώματος:
Φαινόμενο πρώτο: ο (αριστερός, τρομάρα
του) Πρωθυπουργός, μόλις ενημερώνεται από τον επί των Εξωτερικών υπουργό του
για τις προτάσεις Νίμιτς, σπεύδει στην Αρχιεπισκοπή και ενημερώνει τον Ιερώνυμο.
Ούτε τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ούτε τον αρχηγό της μείζονος αντιπολίτευσης.
Πρώτα τον Αρχιεπίσκοπο, λες και ζούμε σε χώρα με θεοκρατικό καθεστώς. Για να
μην υπάρχει παρεξήγηση: και ο Αρχιεπίσκοπος πρέπει να ενημερωθεί, η Εκκλησία
έχει –είτε το θέλουμε είτε όχι- βαρύνοντα λόγο στη χώρα. Και ο σημερινός
Αρχιεπίσκοπος είναι σώφρων άνθρωπος, εξ ου και η θέση του εναντίον των
συλλαλητηρίων – και μπράβο του. Αλλά, διάβολε, πρέπει να τηρούνται τουλάχιστον
τα προσχήματα. Και να μη δίνεται η εντύπωση ότι ο (αριστερός ντε) Πρωθυπουργός
σέρνεται πίσω από τα ράσα.
Φαινόμενο δεύτερο: η ΝΔ «διαμαρτυρήθηκε»
γι’ αυτήν την επιλογή Τσίπρα, αλλά κάνει πως ξεχνάει ότι είναι η ίδια που έχει
αναγνωρίσει ρόλο «συγκυβερνήτη» στην Ιεραρχία. Ποιος έτρεχε πίσω από τα «ιερά»
συλλαλητήρια (όχι μόνο για το Μακεδονικό, αλλά και )για το… κολοσσιαίο θέμα των
ταυτοτήτων; Ποιος έτρεχε πρώτος να υπογράψει στο φαιδρό «δημοψήφισμα» του
μακαριστού Χριστόδουλου; (εδώ).
Τι θα πει «εξωτερική πολιτική δεν γίνεται με συλλαλητήρια» (έτσι λέει σήμερα η
ΝΔ); Στη δεκαετία του ’90 έγινε ακριβώς αυτό: πολιτική των συλλαλητηρίων. Αν
δεν το θυμάται ο σημερινός αρχηγός της, ας ρωτήσει την Ντόρα κι εκείνη θα του
πει τι έπαθε η κυβέρνηση του πατέρα τους. Δεν έχει εξαλειφθεί ούτε σήμερα αυτός
ο κίνδυνος.
Όποιος δεν θέλει να αναγορεύεται η
Εκκλησία σε πολιτικό παίκτη δεν έχει παρά να θυμηθεί (και να κάνει) αυτό που
έκαναν πριν από 15 χρόνια δύο πολιτικοί, όταν είδαν ότι ο τότε Αρχιεπίσκοπος
ήθελε να επιβάλει στην Πολιτεία την αναγραφή του θρησκεύματος στις αστυνομικές
ταυτότητες. Ο Κώστας Σημίτης, τότε Πρωθυπουργός, την αγνόησε και εφάρμοσε το
νόμο, μη αναγνωρίζοντας στην Ιεραρχία ρόλο συνδιαμορφωτή της κυβερνητικής
πολιτικής. Και ο (μακαρίτης) Κωστής Στεφανόπουλος, τότε Πρόεδρος της
Δημοκρατίας, έβαλε εκεί που έπρεπε το αίτημα Χριστόδουλου για δημοψήφισμα (εδώ). Ο Στεφανόπουλος ήταν θρησκευόμενος και δεξιός πολιτικός.
Ενώ ο (αριστερός) Τσίπρας και ο (φιλελεύθερος) Μητσοτάκης τρέχουν πίσω από τον
Καμμένο και τα συλλαλητήρια (όχι του Ιερώνυμου αλλά) των Αμβρόσιων και των
ακροδεξιών και εθνικιστών μαϊντανών.
Εν κατακλείδι: θα είναι θλιβερό αν στο
Μακεδονικό νικήσουν ξανά οι τυχοδιώκτες Καμμένοι και οι ακροδεξιοί
«υπερπατριώτες». Αν το πετύχουν, θα έχουν βάλει το χέρι τους ο Τσίπρας και ο
Μητσοτάκης. Και αυτό θα είναι η μεγαλύτερη ήττα τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου